top of page
25. ΑΦΙΣΣΑ.jpg

   Η τρίτη ιστορία (Βιετνάμ) της αξεπέραστης σπονδυλωτής ταινίας του Παντελή Βούλγαρη «Όλα είναι δρόμος» πραγματεύεται την κατεδάφιση ενός σκυλάδικου του Κιλκίς από έναν νταλκαδιασμένο βιοτέχνη επίπλων, τον κύριο Μάκη Τσετσένογλου (Γιώργος Αρμένης), τον οποίο εγκατέλειψε η γυναίκα του φεύγοντας με ένα πλασιέ. Η αιτία εγκατάλειψης της συζυγικής στέγης ήταν η άστατη ζωή του βιοτέχνη, η οποία υπέπεσε στην αντίληψή της («μύριζε Βουλγάρες») και θεώρησε σωστό να αυτοανακηρυχθεί κριτής, ενώ αυτή η δικαιοδοσία, ως γνωστόν, ανήκει μόνο στο Θεό. Συντετριμμένος ο εγκαταλειφθείς σύζυγος, άνευ τέκνων -τα οποία η άπιστη πήρε μαζί της για να τον εκδικηθεί- μόνος σαν καλαμιά στον κάμπο, αναζήτησε παραμυθία στον οικείο χώρο του σκυλάδικου, του οποίου ήταν ο πλέον διακεκριμένος πελάτης. Το σκυλάδικο της ταινίας ήταν το «ΒΙΕΤΝΑΜ» που βρισκόταν στο Χωρύγι Κιλκίς και η άδεια κατεδάφισης του εκδόθηκε από το τότε Τμήμα Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών της Νομαρχίας Κιλκίς. Παρόλο που η ταινία προβλήθηκε το 1998, παρακολουθώντας προσεκτικά τις σκηνές της, διαπιστώνουμε ότι τηρούνται όλες οι σχετικές με την κατεδάφιση κτηρίων προδιαγραφές του πρόσφατου Ν. 4495/2017 «Έλεγχος και προστασία του δομημένου περιβάλλοντος». Αναλυτικότερα:

 

     Α) Ιδιοκτησιακό καθεστώς:

Από την πρώτη κιόλας σκηνή όταν ο «καμπαρτινάτος» κύριος Μάκης κατευθύνεται στην είσοδο του νυχτερινού κέντρου, ο πορτιέρης ξεκαθαρίζει το ιδιοκτησιακό ζήτημα, κάνοντας μια βαθιά υπόκλιση και λέγοντας μελιστάλαχτα: «Παρακαλώ κύριε Τσετσένογλου, περάστε. Το ΒΙΕΤΝΑΜ είναι δικό σας». Αλλά και σε όλη την ταινία ο βιοτέχνης συμπεριφέρεται σαν πραγματικός ιδιοκτήτης, καθώς άπαντες σπεύδουν να εκπληρώσουν αυθωρεί και παραχρήμα τις επιθυμίες του, ακόμη και τις πιο παράλογες. Συνεπώς, η απόκτηση της κυριότητας του ακινήτου έχει επέλθει με τις διατάξεις του Α.Κ περί εκτάκτου χρησικτησίας, καθώς η απόκτηση νομής έχει συντελεσθεί με βούληση εξουσίασης διανοία κυρίου (animus domini) και με φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (corpus) που ταυτίζεται με την κατοχή.

 

   Β) Φωτογραφίες των όψεων του προς κατεδάφιση κτίσματος:

Στην αρχή της ταινίας εμφανίζεται η κύρια όψη του κατεδαφιστέου κτίσματος με την φωτεινή επιγραφή όπου αναγράφεται με κόκκινα γράμματα σε πορτοκαλί φόντο το όνομα του καταστήματος, διακρίνεται η δίφυλλη θύρα εισόδου με κολλημένες τις φωτογραφίες των καλλιτεχνών (ο Θεός να τους κάνει), ενώ σε όλη την επιφάνεια της όψης είναι αναρτημένος σε ακανόνιστα σχήματα φωτιστικός διάκοσμος από κίτρινα λαμπιόνια. Από την εικόνα του κτίσματος μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί ότι η κατασκευή του δεν είναι προγενέστερη του 1955, οπότε κρίνεται απαραίτητη η θετική γνωμοδότηση του Αρχιτεκτονικού Συμβουλίου και προσκομίζεται βεβαίωση περί μη υποβολής ένστασης. Από την άνευ ουδεμίας αισθητικής αξίας αρχιτεκτονική του κρίνεται ως μη απαραίτητη η γνωμοδότηση της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων, που έχει ως αντικείμενο την προστασία και διατήρηση αξιόλογων κτηρίων ή οικιστικών συνόλων. Εκείνο, βέβαια, που θα έπρεπε να διατηρηθεί είναι το τμήμα της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς που διακονήθηκε στο χώρο αυτό και συγκεκριμένα το μουσικό ρεπερτόριο, το οποίο περιλάμβανε αριστουργήματα όπως το

«δε σταματάει δε σταματάει για σένα η καρδιά μου να χτυπάει»,

«ισόβια μαζί σου ισόβια και δε φοβάμαι τα εμπόδια» ή το

«εσύ που ήσουνα ολόκληρη η ζωή μου έγινες τώρα η καταστροφή μου».

     Αξεπέραστο λόγω ισχυρής δόσης ερωτοληψίας είναι και το:

«Ποιός μπορεί να καταλάβει την αγάπη μου για σένα

για να ‘ρθει να με προλάβει λίγο πριν να τρελαθώ

ποιός μπορεί να καταλάβει την αγάπη μου για σένα

για να ‘ρθει να με συλλάβει λίγο πριν να σκοτωθώ»

 

   Γ) Ημερομηνία λήξης της άδειας κατεδάφισης: Μια άδεια κατεδάφισης, με τον νέο τρόπο έκδοσης αδειών, ισχύει για ένα χρόνο και δικαιούται αναθεώρησης για άλλον ένα χρόνο (σύνολο 2 χρόνια ισχύος).

   Το ΒΙΕΤΝΑΜ κατεδαφίζεται μόλις ξημερώσει, ήτοι σε λιγότερο από μια ημέρα. Η επίσπευση της κατεδάφισης οφείλεται εν μέρει και στο άκουσμα του γεμάτου υψηλά νοήματα άσματος της αοιδού Μαίρης Μαράντη:

Θα πάρω φόρα θα πάρω φόρα

να τα γκρεμίσω αυτά

που μ’ έχουνε μπερδέψει μια ζωή

Θα πάρω φόρα θα πάρω φόρα

να τα γκρεμίσω όλα αυτά

που μ’ έχουν σημαδέψει τη ζωή.

 

  Δ) Κατάθεση εισφορών έργου υπέρ ΕΦΚΑ (Επίδειξη μέσω Φιάλης, Καπνού, Ανθέων):

   Εκτός της φιάλης με το ουίσκι που υπάρχει στο «πρώτο τραπέζι πίστα» ή «πέναλτι», όπου κάθεται ως βαρυπενθούσα χήρα ο κύριος Μάκης, φιάλες με σαμπάνια β’ διαλογής τοποθετούνται περιμετρικά της πίστας και μπροστά στα πόδια της φαινομηρίδος αοιδού, στην οποία προσφέρεται ποτήριον αφρώδους καμπανίτου, με το σερβιτόρο να της επισημαίνει συνωμοτικά: «από το μαλάκα στο πρώτο τραπέζι».

    Το αναμμένο τσιγάρο βρίσκεται συνεχώς τόσο στα πικραμένα χείλη του κυρίου Μάκη όσο και στα έντονα βαμμένα χείλη των κονσοματρίς με το οξυζενέ μαλλί, που τον πλαισιώνουν. Τα κορίτσια που συνωθούνται γύρω του σαν τις μέλισσες στο μέλι, καπνίζουν αισθαντικά σαν τη Ρίτα Χέιγουορθ στη «Τζίλντα» ξεφυσώντας επιδεικτικά τον καπνό, τον κοιτάζουν ηδυπαθώς και τον θωπεύουν διακριτικά, σχολιάζοντας μεταξύ τους χαμηλόφωνα: «Είναι ματσό ο καμπαρτινάτος ή πούλησε κανένα χωραφάκι και ήρθε να κάνει τον έτσι για να βγάλει απωθημένα;» Με τις γκρίζες τολύπες του καπνού ανακατεύονται και οι πονεμένοι στίχοι που ακούγονται από την πίστα:

«Σαν τσιγάρο αναμμένο καίγομαι

κι αν δεν έρθεις δε γιατρεύομαι».

Όσο για τα γαρύφαλλα, αυτά κατακλύζουν την πίστα σε έναν ιδιότυπο λουλουδοπόλεμο επίδειξης, αφού η παραγγελία του κυρίου Μάκη είναι «λουλούδια στο φουλ». Τα λουλούδια στη συνέχεια σκουπίζονται δια σαρώθρου από τον εντεταλμένο προς τούτο σερβιτόρο, επανατοποθετούνται στα επικαλυμμένα με αλουμινόχαρτο κάνιστρα των «λουλουδούδων» και ξαναρίχνονται βροχηδόν, μεγαλώνοντας τη λεγόμενη «ζημιά», η οποία καταγράφεται σε κατάστιχο κατόπιν αυστηρών προτροπών του μαγαζάτορα: «Κρατήστε λογαριασμό, κρατήστε λογαριασμό».

 

     Ε) Σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων ή αδρανών υλικών: Σύμφωνα με την νομοθεσία τα απόβλητα της κατεδάφισης πρέπει να πηγαίνουν σε μονάδα ανακύκλωσης Αποβλήτων Εκσκαφών, Κατασκευών και Κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ).

     Ως χώρος ανακύκλωσης χρησιμοποιείται η πίστα, στην οποία ωθούνται τα πιάτα που έχουν τοποθετηθεί στο τραπέζι του κυρίου Μάκη σε διάταξη κατακόρυφων στηλών, ως τρίδυμοι πύργοι. Η κατακρήμνιση των πιάτων στην πίστα γίνεται δια των χειρών των εγχώριων και αλλοδαπών κονσοματρίς και το όλο σκηνικό θυμίζει τον Σαμψών όταν έσειε και γκρέμιζε τους κίονες στο ναό των Φιλισταίων. Στη συνέχεια, προφανώς, γίνεται αυτόματη ενημέρωση του ΙΚΑ από τις ΥΔΟΜ για τον υπολογισμό των ενσήμων που αντιστοιχούν σε αυτή τη χειρονακτική εργασία.

   Σε αντίθεση με την ύπαρξη σχεδίου διαχείρισης αποβλήτων δεν προβλέπεται σχέδιο διαχείρισης βλήτων, διότι τα ψυχαγωγούμενα σε τέτοιους χώρους βλήτα θεωρούνται μη διαχειρίσιμα.

 

     Στ) Σχέδιο και φάκελος ασφάλειας και υγείας του έργου, όπου απαιτείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ 305/1996:

     Το έργο της κατεδάφισης πραγματοποιείται με τήρηση όλων των κανόνων ασφαλείας για τους εργαζόμενους και τους θαμώνες. Η πορεία των εργασιών είναι καθορισμένη, καθώς μετά τη θραύση των γύψινων πιάτων σειρά έχουν τα κουζινικά σκεύη, όπως προκύπτει από το σχετικό διάλογο:

     -Τι επιθυμεί ο κύριος Μάκης;

     -Πιάτα.

     -Δυστυχώς τελειώσανε

     -Τελειώσανε;

     -Μάζεψε ό,τι σκεύη έχεις στη κουζίνα και φέρτα εδώ για σπάσιμο.

     -Ό,τι πει ο κύριος Μάκης.

     Όταν τελειώνουν τα πιάτα – γιατί όλα τα πράγματα πλην της ευήθειας κάποτε τελειώνουν- ακολουθεί η καθαίρεση των πλακιδίων επίστρωσης και των ειδών υγιεινής. Η εντολή του κυρίου Μάκη είναι τα αποξηλωθούν με σκεπάρνι τα πλακάκια της τουαλέτας, λεκάνες, νεροχύτες, μπιντέδες, επιτοίχια καζανάκια, λαβομάνοι, ό,τι τέλος πάντων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σπάσιμο. «Όλα για πάρτη σου» αναφωνεί ενθουσιωδώς ο υπάλληλος που σπεύδει να εκτελέσει την επιθυμία του κυρίου Μάκη. Οι λεκάνες της τουαλέτας μεταφέρονται τελετουργικά, με τους μεταφορείς να θυμίζουν τις αρρηφόρες της πομπής των Παναθηναίων, τοποθετούνται επιδεικτικά στην πίστα και σφυροκοπούνται με κυλινδρικά σφυριά παρόμοια με αυτά των χαλκουργών.

    Όσο για το σχέδιο υγείας του βιοτέχνη, της ψυχικής εννοείται, αυτή διασφαλίζεται με παρεμβάσεις αγνών προθέσεων όπως του τραγουδιστή Σπύρου που τον αγκαλιάζει, τον φιλάει και του λέει με φιλοσοφική διάθεση: «Δεν θα πεθάνουμε ποτέ εμείς Μάκη». Υπάρχουν και οι παρεμβάσεις σκοπιμότητας, όπως εκείνη της κονσοματρίς που λέει με βαθιά αισθαντική και υποσχόμενη απεριόριστο σεξ φωνή στον υπερεξηκοντούτη βιοτέχνη: «Μη στενοχωριέσαι αγόρι μου». Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του αφεντικού ο βιοτέχνης παραμένει σε κατάσταση φυτού που έχει μαραθεί στη γλάστρα του ανάμεσα σε άλλες «γλάστρες» ή ηλικιωμένου που έχει υποστεί αλλεπάλληλα εγκεφαλικά. Έτσι, ως έσχατη λύση επιλέγεται να του «πασάρουν» το καλύτερο κομμάτι του καταστήματος, άρτι αφιχθέν εκ Βουλγαρίας και προοριζόμενον δια εκλεκτούς πελάτας. «Αφρός! Για πάρτη σου», του λέει με στόμφο ο ιδιοκτήτης, θέλοντας να τον προϊδεάσει. Ο κύριος Μάκης προς στιγμήν ανακτά το ενδιαφέρον του και ρωτά την εκπάγλου καλλονής συνοδό: «Πώς σε λένε;». Εκείνη μη γνωρίζοντας γρι ελληνικά τον κοιτάζει αποβλακωμένα και του απαντά δειλά με τη μόνη φράση που πρόλαβε να μάθει: «σ’ αγκαπώ».

 

    Ζ) Συμφωνηθείσα αμοιβή: Με βάση το Ν. 3919/2011 για την κατεδάφιση δεν απαιτείται ο υπολογισμός αμοιβής βάσει προϋπολογισμού (ελάχιστη αμοιβή) και η χρήση του πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης αμοιβών του ΤΕΕ. Είναι δυνατό να συναφθεί συμφωνία με έγκυρο ιδιωτικό συμφωνητικό και με βάση αυτό καταβάλλεται η συμφωνηθείσα αμοιβή.

     Στην περίπτωση μας το ιδιωτικό συμφωνητικό συνάφθηκε προφορικά, όπως προκύπτει από τα διάλογο του βιοτέχνη με τον ιδιοκτήτη:

     -Δε μου λες, συνολικά, έτσι όπως το βλέπω το μαγαζί πόσο κοστίζει;

     -Καμιά είκοσι, εικοσιπενταριά εκατομμύρια.

     -Λοιπόν δίνω τώρα αμέσως τριάντα για να το αγοράσω.

     -Τι θα το κάνεις; θα το δουλέψεις;

     -Όχι ρε να το σπάσω θέλω.

    Μετά την υπογραφή της επιταγής το παλιό αφεντικό καλεί το χειριστή σκαπτικού μηχανήματος για να ξεκινήσει η κατεδάφιση: «Ξεκίνα τώρα αμέσως με τον εκσκαφέα… Ο Μάκης γουστάρει να ισοπεδώσει το μαγαζί… Τι γιατί ρε, δεν υπάρχει γιατί… έτσι γουστάρει…». Άμα τη αφίξει του εκσκαφέως ο βιοτέχνης δίνει εντολή στην ορχήστρα, που έχει μεταφερθεί έξω, να αρχίζει να παίζει. Περιλούζει με ουίσκι την αγαπημένη του καμπαρτίνα που δεν αποχωριζόταν ποτέ και την πυρπολεί με το ζίπο του σε μια συμβολική κίνηση απεξάρτησης του από το παρελθόν. Το γκραν φινάλε έρχεται με τη διαταγή στο χειριστή του εκσκαφέα: «Ρίχτο Ηλία. Ηλία ρίχτο». Υπάρχει, μάλιστα, πρόνοια και για μελλοντική κατεδάφιση όταν ο ιδιοκτήτης του κατεδαφισθέντος πλέον κέντρου σκύβει στο αυτί του κυρίου Μάκη και του ψιθυρίζει εμφατικά:

     Και το καινούργιο δικό σου μεγάλε.

     Να ‘χουμε να γκρεμίζουμε, απαντά εξίσου εμφατικά εκείνος και κατευθύνεται προς τα χωράφια.

   Τελειώνοντας τη μακροσκελή αλλά αναγκαία ανάλυση, οφείλω να σημειώσω ότι η ταινία – που είναι μια από τις αγαπημένες μου- είναι σχεδόν αψεγάδιαστη έχοντας μια μόνο αστοχία, στη φράση όπου εξηγούνται οι λόγοι φυγής της Τασούλας, της συζύγου του κυρίου Μάκη: «Τον βαρέθηκε η γυναίκα του και αυτόν και το Κιλκίς». Εντάξει το να βαρεθείς το σύζυγο μετά από τόσα χρόνια έγγαμου βίου και να τον εγκαταλείψεις εξαιτίας των μοιχικών του πράξεων το βρίσκω απολύτως λογικό. Το να βαρεθείς το Κιλκίς, την ωραιότερη πόλη των Βαλκανίων, πώς είναι δυνατόν να συμβεί;

tire-la-bobine-et-le-cinema-sera_579572.

Όλα είναι δρόμος (Βιετνάμ)

 

ΣΙΝΕΡΟΜΑΝΤΣΟΝ ΕΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΟΣ

25.1
25.2
25.3
25.4
5
25.6
25.7
25.8
25.9
25.10
25.11
25.12
bottom of page