Θανάσης Βαφειάδης
Αγρ. & Τοπογράφος Μηχανικός
Παναγιώτης Κεμεντσετσίδης
Αγρ. & Τοπογράφος Μηχανικός
K4Station


Η μοιχεία είναι ένα πανάρχαιο σπορ που εμφανίζεται από τους μυθολογικούς ακόμη χρόνους με τον πατέρα των θεών και των θνητών τον Δία να έχει φιλοδωρήσει με ευμεγέθεις κεράτινες προεξοχές την ερίτιμο σύζυγό του Ήρα. Έκτοτε έχουν χυθεί ποταμοί μελάνης για να περιγράψουν το σύνθετο αυτό φαινόμενο και έχουν εκφραστεί διάφορες απόψεις, είτε με πολιτική απόχρωση («Μοιχεία είναι η εφαρμογή της δημοκρατίας στον έρωτα»), είτε με συμπονετική διάθεση («και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή»), είτε με λογοτεχνική αξία όπως αυτή που δίδεται δια στόματος Αλέξη Ζορμπά στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη: «Τα τίμια ζευγαρώματα είναι ανούσια. Φαΐ χωρίς πιπέρι. Τι να πώ; Φιλί ‘ναι αυτό, να σε καμαρώνουν οι άγιοι από το εικονοστάσι και να σου δίνουν την ευκή τους; Εμείς λέμε στο χωριό μας: «Μονάχα το κλεψίμιο κρέας έχει νοστιμιά. Η γυναίκα σου δεν είναι κλεψίμιο κρέας». Υπάρχουν φυσικά και σοφές απόψεις όπως του Σοπενχάουερ, που είπε κάποτε: «Ο άνδρας κάλλιστα ημπορεί να κάνη περισσότερα από εκατό παιδιά το έτος εάν έχη όσας γυναίκας του χρειάζονται. Η γυναίκα αντιθέτως εάν ακόμη είχε άλλους τόσους άνδρας, μόνον ένα παιδί, εξαιρέσει της γεννήσεως διδύμων, ημπορεί να φέρη εις τον κόσμον. Δια τούτο ο άνδρας αναζητεί διαρκώς και άλλας γυναίκας. Αντιθέτως η γυναίκα μένει σταθερά προσκολλημένη εις έναν άνδρα. Διότι η φύσις την ωθεί ενστικτωδώς και άνευ σκέψεως να διατηρήση τον διατροφέα και προστάτην του μελλογεννήτου. Δι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον και η συζυγική πίστις εις τον άνδρα είναι τεχνητή, ενώ εις την γυναίκα φυσική. Και επομένως η συζυγική απιστία της γυναίκας, τόσον αντικειμενικώς, λόγω συνεπειών όσον και υποκειμενικώς, λόγω της αφυσικότητός της, είναι πολύ πλέον ασυγχώρητος από την απιστίαν του ανδρός».
Τα παραπάνω σοφά λόγια δυστυχώς δεν βρίσκουν εφαρμογή στην ταινία «Δυο αγάπες δυο κόσμοι», όπου ο πρωταγωνιστής Παύλος Μαρής (Γιώργος Καμπανέλης) καταλήγει στον άλλο κόσμο μόνο και μόνο επειδή τσιλιμπούρδισε κάποιες φορές. Ο Παύλος που εργαζόταν σε τεχνικό γραφείο ως πολιτικός μηχανικός, λαμβάνοντας έναν «κουτσομισθό» όπως έλεγε, γνώρισε μια πτωχή πλην τίμια εργαζόμενη κοπέλα την Καίτη (Γκέλυ Μαυροπούλου) και ύστερα από τις πιέσεις των οικείων της δέχτηκε να την παντρευτεί.
Αίφνης στο τεχνικό γραφείο εμφανίσθηκε μια πλούσια κυρία, η Λίλιαν Βέρτη (Σάσα Ντάριο), η οποία ήθελε να κτίσει μια πολυκατοικία, τα σχέδια της οποίας ο Παύλος υποσχέθηκε ότι θα τα τελειώσει το συντομότερο. «Θα μπορούμε να μελετούμε στο σπίτι μου τα σχέδια, γιατί πιστεύω πως έχω και εγώ κάποιο γούστο» πρότεινε πονηρά η κυρία, η οποία γούσταρε εμφανώς τον Παύλο και με πρόφαση τα σχέδια είχε άλλα σχέδια κατά νου. Όταν ο Παύλος την επισκέφθηκε στο σπίτι της τον υποδέχθηκε με τη ρόμπα της, δείγμα των προθέσεών της, ξάπλωσε ξαναμμένη στο κρεβάτι αγκαλιά με τα σχέδια, ως απόδειξη των προθέσεων της και κάλεσε και τον Παύλο στο κρεβάτι, για να υλοποιήσει επιτέλους τις προθέσεις της. Ο Παύλος, παρόλο που δεν είχε πρόθεση, ξάπλωσε από πάνω της, εφαρμόζοντας μια αποτελεσματική τεχνική πυροπροστασίας, διότι η κυρία με τη ξεκούμπωτη ρόμπα ήτο ιδιαιτέρως φλογερή. Οι συναντήσεις της μοιχαλίδος και του πολιτικού συνεχίστηκαν και για να μην κινήσουν υποψίες η κυρία πρότεινε να γίνει κουμπάρα στον επικείμενο γάμο του, σκεπτόμενη προφανώς ότι η λαϊκή ρήση «ο κουμπάρος την κουμπάρα δυο φορές την εβδομάδα» δεν στερείται αληθείας.
Μετά το γάμο του, που τελέστηκε σε στενό οικογενειακό κύκλο και χωρίς να γίνει κουμπάρα η κρυφή ερωμένη γιατί η Καίτη κάτι ψυλλιάστηκε, ο Παύλος συνέχισε τις ερωτικές συναντήσεις με την εν λόγω κυρία. Για να δικαιολογήσει τις ώρες της απουσίας του έβρισκε διάφορες δικαιολογίες, όπως επί παραδείγματι ότι τον έχει καλέσει ο νομομηχανικός για να συζητήσουν για δουλειές. Μια άλλη φορά που πήγε στην Κέρκυρα για δεκαήμερο, σαν αυτό του Βοκάκιου, προφασίστηκε ότι έχει να επιθεωρήσει κάποια εγγειοβελτιωτικά έργα στη Θήβα. Η Καίτη αντιλαμβανόμενη ότι τα εγγειοβελτιωτικά έργα αφορούσαν την άρδευση της Λίλιαν που πληττόταν από ερωτική ξηρασία, επισκέφθηκε την αντίζηλο και απείλησε την αντροχωρίστρα ότι αν συνεχίσει τον παράνομο δεσμό με τον άντρα της όχι μόνο θα την τσουρομαδήσει αλλά θα καταλήξει εκείνη στο χώμα και αυτή στη φυλακή.
Ο Παύλος, βέβαια, ουδεμία σημασία έδινε σε όλα αυτά και διεύρυνε τον κύκλο των ερωτικών γνωριμιών του και με άλλες κυρίες της υψηλής κοινωνίας. Η γυναίκα του, ποιώντας την ανάγκη φιλοτιμία, τον συγχώρησε και τον δικαιολόγησε λέγοντας πως ο σύζυγος της θαμπώθηκε από την καλή κοινωνία και έχασε τον προσανατολισμό του. Η αλήθεια ήταν ότι ο Παύλος ήταν ερωτύλος εκ γενετής και κυνηγούσε μανιωδώς τον ποδόγυρο χωρίς να έχει κάποιον προφανή λόγο, όπως η ερωτική μονοτονία της έγγαμης συμβίωσης που περιγράφεται από το στίχο «Όχι όλο κανναβούρι – κανναβούρι».
Ο σύζυγος της Λίλιαν, υποπτευόμενος και αυτός την απιστία της γυναίκας του, ανέθεσε την υπόθεση σε ιδιωτικό ερευνητή, ντετέκτιβ στη νεοελληνική, ο οποίος εντόπισε το ερωτικό καταφύγιο και ειδοποίησε τον απατηθέντα σύζυγο. Την αποκάλυψη της μοιχείας ακολούθησε η διακοπή χρηματοδότησης των οικοδομικών εργασιών και έτσι ο Παύλος έχοντας ακάλυπτες επιταγές οδηγήθηκε στην οικονομική καταστροφή. Η Καίτη τα έφτιαξε με τον διευθυντή της, τον Κώστα Κοσμίδη (Λάμπρος Κωνσταντάρας), και ο Παύλος κατέληξε να μπεκροπίνει στις ταβέρνες. Η Καίτη και ο Κώστας βλέποντας την κατάντια του μηχανικού θέλησαν να τον σώσουν προξενεύοντας του την κόρη ενός πάμπλουτου ομογενή, τη Λέα Βαράτση. Το βράδυ των αρραβώνων του ο Παύλος, που εξακολουθούσε να αγαπάει τη γυναίκα του παρά τα κέρατα που της φόρτωσε, αυτοκτόνησε δίνοντας λάθος ηθικό δίδαγμα. Το σωστό ηθικό μήνυμα αντιθέτως, είναι αυτό που ειπώθηκε από τον Λαφονταίν τον 17ο αιώνα: «το κεράτωμα είναι καλό!»

Δυο αγάπες δυο κόσμοι
ΣΙΝΕΡΟΜΑΝΤΣΟΝ ΜΟΙΧΙΚΟΝ
![]() | ![]() | ![]() |
---|---|---|
![]() | ![]() | ![]() |
![]() | ![]() |
Η φτωχή και συμμαζεμένη υπάλληλος Καίτη γνωρίζεται σε μια εκδρομή μ’ ένα νεαρό πολιτικό μηχανικό, τον Παύλο, τον ερωτεύεται και η σχέση τους, μετά κι απ’ τις πιέσεις του αδελφού και της μαμάς, καταλήγει σε γάμο.
Ο Παύλος αναλαμβάνει την κατασκευή μιας πολυκατοικίας, έργο που του αναθέτει η σύζυγος του επιχειρηματία Βέρτη, η όμορφη Λίλιαν. Στη συνέχεια υποκύπτει στα θέλγητρά της και γίνεται εραστής της. Η Καίτη δεν αργεί βέβαια να το μάθει και, παρά τις υποχωρήσεις της, δεν καταφέρνει να σώσει το γάμο τους. Τώρα βρίσκεται με μια κόρη στην αγκαλιά κι αναγκάζεται να ζητήσει δουλειά από το παλιό αφεντικό της, τον Κώστα Κοσμίδη. Στο μεταξύ, ο Βέρτης μαθαίνει για την απιστία της γυναίκας του και σταματάει την οικοδομή, φέρνοντας σε πλήρη απόγνωση τον Παύλο που επιχειρεί να αυτοκτονήσει. Η Καίτη του συμπαραστέκεται, αλλα εκείνος έχει εκτεθεί ανεπανόρθωτα. Η αγάπη της και η βοήθεια του Κοσμίδη, τον βοηθούν να ορθοποδίσει κάπως, αλλά όταν του προξενεύουν μια πλούσια νύφη δεν αντέχει τον πόνο του χωρισμού και αυτοκτονεί την ημέρα των αρραβώνων του.
Μετά το θάνατό του, η Καίτη παντρεύεται τον Κοσμίδη κι η ιστορία κλείνει με γλυκόπικρη γεύση.
ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ